Το Φθινόπωρο άλλαζε τα χρώματα του δάσους και η παλιά Φλώρινα ανάμεσα στα δυο βουνά, άλλαζε και αυτή μέσα στο τοπίο. Κεραμοσκεπές και σπίτια χαμηλά, βαμμένα στο χρώμα τις ώχρας, στο θαλασσί και στο κεραμιδί· αυλές με λευκούς τοίχους, βαμμένους με ασβέστη, και χωματόδρομοι στο φυσικό τους χρώμα. Ποικιλία χρωμάτων. Δεν έλλειπε και το κόκκινο, καθώς στους τοίχους των σπιτιών της Φλώρινας ήταν κρεμασμένες οι κόκκινες πιπεριές για να στεγνώσουν και να καταναλωθούν τον χειμώνα, τότε που δεν υπήρχαν φρέσκα λαχανικά. Οι κόκκινες μακρόστενες πιπεριές περασμένες με μια σακοράφα σε σπάγκο από το κοτσάνι, έμοιαζαν με τεράστια κομπολόγια. Τέλεια διακόσμηση σε μια πόλη, όπου η κόκκινη πιπεριά θα μπορούσε να γίνει το σύμβολό της.
Και όμως η πιπεριά δεν ήταν αυτοφυές φυτό της Μακεδονίας. Ήρθε στην Ευρώπη από την νότια Αμερική μετά τις μεγάλες ανακαλύψεις. Στα μέρη μας έφτασε στα χρόνια της τουρκοκρατίας, ίσως στα τέλη του 17ου αιώνα. Η γεύση της αγαπήθηκε από όλους και γρήγορα δέθηκε στην ντόπια γαστρονομία. Πράσινες και κόκκινες πιπεριές, γλυκές και καυτερές (τσούσκες), ωμές και στεγνές πιπεριές, τουρσί, τηγανιτές, ψητές, γεμιστές. Πιπεριές, πιπεριές, παντού πιπεριές. Αυτές κληρονομήσαμε και εμείς από τους παλιούς Φλωρινιώτες που ήταν άσσοι στο μαγείρεμα της πιπεριάς.
Αλλά και πιπέρι έφτιαχναν από τις πιπεριές. Και επειδή το μαύρο πιπέρι, που το αγόραζαν από τα παντοπωλεία ήταν ακριβό, προτιμούσαν το δικό τους κόκκινο πιπέρι. Το μαύρο πιπέρι ήταν γνωστό στην περιοχή μας από τα χρόνια της Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας. Το δικό μας πιπέρι όμως ήταν καλύτερο και το έφτιαχναν στο σπίτι ή το αγόραζαν από τις χωρικές στο παζάρι. Απλός ο τρόπος παρασκευής του. Στέγνωναν τις κόκκινες πιπεριές, γλυκές και καυτερές, τις έψηναν λίγο στο φούρνο και μετά τις χτυπούσαν στο γουδί. Το πιπέρι ήταν γλυκό για μαγειρική ή καυτερό για όρεξη. Πολλές φορές το ανακάτωναν και πετύχαιναν την γεύση που επιθυμούσαν. Το καλύτερο πιπέρι όμως το έφτιαχναν οι γυναίκες του χωριού Μπούκοβο που βρίσκεται έξω από το Μοναστήρι, στο δρόμο προς τη Φλώρινα. Σε αυτό το χωριό, στα χρόνια της τουρκοκρατίας, απασχολούνταν αποκλειστικά με την καλλιέργεια των πιπεριών και την παρασκευή πιπεριού. Οι γυναίκες, αυτού του χωριού, πήγαιναν στο παζάρι του Μοναστηρίου και πουλούσαν το πιπέρι τους. Με τα πάνινα σακουλάκια μπροστά στα πόδια τους, γεμάτα πιπέρι, πουλούσαν το πιπέρι με κυπελλάκια. Τα κόκκινα μάγουλά τους και οι ωραίες τοπικές ενδυμασίες τις έκαμναν να ξεχωρίζουν στο παζάρι. Έφτιαχναν το καλύτερο πιπέρι και το προτιμούσαν όλοι, έτσι το καυτερό κόκκινο πιπέρι ονομάστηκε «μπούκοβο», πήρε δηλαδή το όνομα του χωριού, όπου παρασκευαζόταν το πιο καλό και γευστικό καυτερό πιπέρι. Αλλά και οι Φλωρινιώτες μικροέμποροι αγόραζαν ποσότητες καυτερού πιπεριού από το Μπούκοβο και το πουλούσαν στα παζάρι της Φλώρινας. «Πιπέρι από το Μπούκοβο», Φώναζαν στα παζάρια, έτσι που τελικά η ονομασία «μπούκοβο» για το καυτερό κόκκινο πιπέρι επικράτησε σε όλη την περιοχή.
Τα χρόνια εκείνα, πιπεριές και καυτερό πιπέρι έτρωγαν μόνο οι κάτοικοι της Μακεδονίας και της Θράκης. Στη νότια Ελλάδα δεν γνώριζαν την πιπεριά ούτε το καυτερό κόκκινο πιπέρι. Οι πρώτοι νοτιοελλαδίτες που γεύτηκαν τις πιπεριές ήταν οι δημόσιοι υπάλληλοι που μετατέθηκαν στη Μακεδονία μετά το 1912. Η άγνωστη γεύση της πιπεριάς και του καυτερού πιπεριού άλλους γοήτευσαν και άλλους όχι. Αυτοί που δεν άρεζαν το καυτερό συνήθιζαν να λένε την φράση: «Από το μπούκοβο δυο φορές καίγεσαι…». Το μπούκοβο όμως, και γενικά το καυτερό, είναι άριστο αντικαταθλιπτικό και κάνει καλό στο κυκλοφοριακό. Αυτό το γνώριζαν καλά από παλιά και για αυτόν τον λόγο κατανάλωναν μεγάλες ποσότητες τον χειμώνα. Έτσι ο μουντός καιρός αντιμετωπίζονταν με καυτερό, που δημιουργεί ηλεκτροσόκ στην γλώσσα και αγαλλίαση στον εγκέφαλο.
«Πιπεριές Φλωρίνης» ακούς παντού και εννοούν τις κόκκινες μακρόστενες και χοντρές πιπεριές, που πουλιούνται σε όλες τις λαϊκές της χώρας και στα μανάβικα. «Πιπεριές Φλωρίνης» και πόσοι άραγε Φλωρινιώτες γνωρίζουν την ιστορία τους; Κόκκινες πιπεριές υπήρχαν από παλιά, αλλά οι «Πιπεριές Φλωρίνης» έχουν μια άλλη, δική τους ιστορία. Στην δεκαετία του 1920 λειτούργησε στη Φλώρινα Γεωργοκτηνοτροφικός Σταθμός και Σταθμός Γεωργικών Βελτιώσεων, με Νομογεωπόνο τον Ιωάννη Κοντόπουλο. Στην αρχή βρισκόταν μεταξύ της Φλώρινας και της Πρώτης, και λίγο αργότερα μεταφέρθηκε στο σημερινό Φυτώριο της Γεωργικής Σχολής, όπου στεγάζονται τα ΤΕΙ. Ο Κοντόπουλος ήταν ένας προικισμένος ερευνητής γεωπόνος, ο οποίος βελτίωσε την ποικιλία της παλιάς κόκκινης πιπεριάς. Από το Φυτώριο πήραν σπόρο όλοι οι χωρικοί του νομού Φλώρινας και καλλιέργησαν αυτήν την κόκκινη πιπεριά του Κοντόπουλου, η οποία τότε δεν είχε κανένα ιδιαίτερο όνομα. Οι πιπεριές δεν ξεπέρασαν τα όρια του νομού, επειδή τότε το εμπόριο των οπωρολαχανικών γινόταν σε τοπικό επίπεδο. Αργότερα όμως, μετά το 1950 οι μεγαλομανάβηδες της Φλώρινας πήγαιναν με το τρένο και με μικρά φορτηγά αυτοκίνητα στα χωριά της Θεσσαλονίκης και ψώνιζαν πρώιμα κηπευτικά προϊόντα. Προς το τέλος του καλοκαιριού φόρτωναν όψιμα κηπευτικά από την Φλώρινα και τα πουλούσαν στην Θεσσαλονίκη. Τότε γνώρισαν αυτή την ποικιλία της πιπεριάς οι Θεσσαλονικείς και επειδή ερχόταν από τη Φλώρινα, ονομάστηκαν «Πιπεριές Φλωρίνης».
Τα τελευταία χρόνια όμως ο σπόρος μετανάστευσε και βρήκε γόνιμα εδάφη και σε άλλες περιοχές της βόρειας Ελλάδας. Η ονομασία όμως, «Πιπεριά Φλωρίνης», παρέμεινε για να θυμίζει τον αρχικό τόπο προέλευσής της, την Φλώρινα.
Δημήτρης Μεκάσης