Απο τις πιο παλιές πόλεις της Δυτικής Μακεδονίας, η Καστοριά κάνει τον μελετητή της μακραίωνης ζωής της να μπερδεύεται ανάμεσα στο θρύλο, την παράδοση και την αλήθεια της. Πρώτη αλήθεια και πραγματικότητα στάθηκε η λίμνη της, μέσα από την οποία αναδύεται η πανέμορφη πόλη.
Κατά την παράδοση, στην τοποθεσία όπου σήμερα βρίσκεται η Βυζαντινή Καστοριά, στα προχριστιανικά χρόνια υπήρχε η μία από τις δύο γνωστές πόλεις της Ορεστίδος, το Κέλετρον ή Κήλητρον. Το όνομα προέρχεται από το ρήμα κηλώ=θέλγω. Η πόλη υπήρξε πρωτεύουσα των Ορεστών Μακεδόνων, κτίστηκε από Αιολείς αποίκους, και πολιορκήθηκε από τους Ρωμαίους στον πόλεμο εναντίον του Φιλίππου Ε’ (200 π.Χ.) Αναφορά στην πόλη με το όνομα Κήλητρον γίνεται από τον ιστορικό Τίτο Λίβιο.
Το 300 μ.Χ. ο Διοκλητιανός ανοικοδόμησε το φρούριο και τα τείχη της πόλης. Ο ιστορικός Προκόπιος αναφέρει την ακμή και, αργότερα, την καταστροφή μιας πόλης, της Διοκλητιανούπολης, που βρίσκεται στη χερσόνησο της λίμνης. Ο ίδιος αναφέρει ακόμα πως ο Ιουστινιανός την ξανάχτισε, την οχύρωσε και την μετονόμασε σε Ιουστινιανούπολη.
Τη λέξη Καστοριά αναφέρει για πρώτη φορά τον 6ο αιώνα π.Χ. ο Προκόπιος, σαν όνομα όμως της λίμνης και όχι της πόλης. Για την ονομασία υπάρχουν πολλές εκδοχές. Το πιθανότερο είναι πως η πόλη πήρε το όνομά της από την λίμνη, και αυτή από τους κάστορες που ζούσαν στις όχθες της.
Ο ιστορικός Σκυλίτζης μας πληροφορεί για την κατάληψη της πόλης από τους Βουλγάρους το 990. Η ανακατάληψη έγινε το 1018 από τον αυτοκράτορα του Βυζαντίου Βασίλειο Β’ τον Βουλγαροκτόνο. Το 1082 την κατέλαβαν οι Νορμανδοί και ένα χρόνο αργότερα, το φθινόπωρο του 1083, Ο Αλέξιος Α’ Κομνηνός ανακατέλαβε την Καστοριά. Τότε άρχισε για την πόλη ένα διάστημα μακρόχρονης ειρήνης που είχε ως αποτέλεσμα μια αξιοσημείωτη οικονομική και πολιτιστική ακμή. Κατά τη διάρκεια του 12ου αιώνα, η ανάπτυξη του εμπορίου, λόγω της γεωγραφικής θέσης της Καστοριάς, δημιούρησε τις προϋποθέσεις για μια αξιόλογη πνευματική και καλλιτεχνική κίνηση. Το 1385 η πόλη καταλαμβάνεται από τους Τούρκους και είναι άξιο προσοχής ότι η πολιτιστική δημιουργία όχι μόνο δεν διακόπτεται, αλλά, αντίθετα, οικοδομούνται νέες εκκλησίες και διακοσμούνται από αξιόλογους καλλιτέχνες.
Κατά τον 15ο αιώνα, η Καστοριά πληθυσμιακά συγκαταλέγεται στις μεγάλες πόλεις των Βαλκανίων. Οι κάτοικοί της είναι Χριστιανοί, Τούρκοι και Εβραίοι. Από τα μέσα του 15ου αιώνα υπάρχουν μαρτυρίες για την ύπαρξη στην Καστοριά συνοικιών ραφτών, χρυσοχόων και γουναράδων. Η επεξεργασία της γούνας, όπως και σήμερα, προφανώς απασχολούσε μεγάλο αριθμό βιοτεχνών, πράγμα που επιβεβαιώνεται από τις εμπορικές επαφές με μεγάλα κέντρα της Ευρώπης (Βιέννη, Βουδαπέστη, Βενετία, Μόσχα) όπου οι Καστοριανοί ίδρυσαν ονομαστές παροικίες.
Η Καστοριά, από τον 16ο αιώνα, διατηρούσε δημόσιο σχολείο στο οποίο δίδαξαν πολλοί δάσκαλοι του Γένους. Το 1713 υπήρχε και δεύτερο σχολείο, ιδιόκτητο, του Γεωργίου Κυρίτζη. Ονομαστές πνευματικές προσωπικότητες του 19ου αιώνα ήταν ο Ιωάννης Θεολόγος, διδάκτορας του Πανεπιστημίου της Λειψίας, ο Κωνσταντίνος Μιχαήλ, ιατροφιλόσοφος, ο Ιωάννης Μιχαήλ, συγγραφέας, και φυσικά ο ποιητής Αθανάσιος Χριστόπουλος.
Σε όλη τη διάρκεια της Τουρκικής σκλαβιάς, η Καστοριά υπήρξε κοιτίδα του ελληνισμού, όχι μόνο με τα σχολεία που διατηρούσε, αλλά και με τους αγώνες της. Το 1798, μαζί με το Ρήγα Βελεστινλή μαρτύρησαν και οι Καστοριανοί αδελφοί Ιωάννης και Παναγιώτης Εμμανουήλ. Επίσης, η Καστοριά έλαβε μέρος στην επανάσταση του 1821 και στην επανάσταση του 1878. Στον Μακεδονικό Αγώνα πήρε ενεργά μέρος με οπλαρχηγούς όπως ο Παπαρέσκας, ο καπετάν Κώττας, ο Νταλίπης, ο Νταηλάκης, με επικεφαλής το Μητροπολίτη Γερμανό Καραβαγγέλη. Απελευθερώθηκε τελικά στις 11 Νοεμβρίου του 1912 από τον ελληνικό στρατό με επικεφαλής τος επίλαρχο Ιωάννη Άρτη. Σημαντική ήταν η συμβολή της Καστοριάς και στην εποποιΐα του 1940.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου