Οι παλιές δεκαετίες… πάνε στον παράδεισο –για αυτήν του ’80 δεν παίρνουμε και όρκο, ίσως σιγοκαίγεται ακόμη στα καζάνια της κόλασης- και παρασύρουν μαζί τους στην λήθη λέξεις και εκφράσεις που «φορέθηκαν» πολύ ανά εποχή.
Από τα υπολείμματα καθαρευουσιανισμού των «ασπρόμαυρων» ‘50s και ‘60s μέχρι την ξενομανία και τις καλτ φράσεις-σταθμούς που πιπίλισε η «έξαλλη» νεολαία των επόμενων μαρτυρικών δεκαετιών, οι λεξιλογικές «μόδες» της ελληνικής γλώσσας πέρασαν από πολλά στάδια, και πλέον αναβιώνουν μόνο μέσα από παλιές ελληνικές ταινίες ή αιωνόβια sitcoms σε καλοκαιρινή (επαν)επανάληψη για να μας θυμίσουν ότι όλοι μας κάποτε υποπέσαμε σε φρασεολογικά παραπτώματα που αν μη τι άλλο, προκαλούν σήμερα χαμόγελο –ή ελαφρύ γέλιο. Διαβάστε δικοί μου, μην κωλώνετε!
«Ασπρόμαυρες» λεκτικές μνήμες
Οι εποχές που ο κινηματογράφος τονιζόταν στην προπαραλήγουσα χαρακτηρίστηκαν από φράσεις που συναντάμε πλέον ακριβώς εκεί: στον παλιό ελληνικό κινηματογράφο, που μεσουρανούσε στους σινεμάδες οι οποίοι σήμερα έγιναν multiplex.
Αυτό δεν σημαίνει βέβαια ότι εκείνη η εποχή δεν συναντά εκπροσώπους ακόμη και σήμερα. Απόδειξη ο διάλογος ηλικιωμένου ζευγαριού στα εκδοτήρια γνωστού multiplex, κατά τον οποίο ο συμπαθής γηραιός κύριος ανέφερε στην σύζυγό του για τα trailers: «Βιάσου, θέλω να προλάβω τα επίκαιρα».
Με αφορμή τέτοιες ταινίες λοιπόν θυμόμαστε πως «τα χρόνια εκείνα» αντί για αστυνομία υπήρχε χωροφυλακή και η μόνη εναλλακτική ονομασία για τον χωροφύλακα ήταν το ακόμη πιο ρετρό «πόλιτσμαν», πάντα συνοδευόμενο με το «κύριε».
Ήταν οι ίδιες περίπου εποχές που το αυτοκίνητο άκουγε αποκλειστικά στον όρο «αμάξι» και η νεολαία των ‘60s μαστιζόταν από «γιεγιέδες» και «τεντιμπόιδες», τους οποίους οι αθώες κορασίδες έπρεπε να προσέχουν, για να μην τους ρίξουν τίποτα στις πορτοκαλάδες τους ή επιδοθούν σε απρεπές «κόρτε».
Σημειωτέον, οι πορτοκαλάδες έπρεπε να είναι «μπλε» -με εναλλακτική επιλογή την γκαζόζα και μουσική υπόκρουση ένα μίγμα από Beatles και «φστ μπόινγκ». Εφόσον είχαν αρραβωνιαστεί και είχαν πέσει οι υπογραφές στο προικοσύμφωνο, μπορούσαν πλέον να πιουν και από κανένα «βερμουτάκι».
Οι μεγαλύτεροι σε ηλικία τιμούσαν φυσικά την καθαρεύουσα, με θραύσματα καταλήξεων να επιζούν από τότε μέχρι και σήμερα στα στόματα των «ρομαντικών» της γλώσσας, που ακόμη μιλούν για «τους μαθητάς» και τους «καθηγητάς» και ξεκινούν τις προτάσεις τους με την φράση «το λοιπόν».
Οι πιο «μάγκες» της εποχής εκείνης είχαν για σημαία τους την απολαυστική μεταφορά εκ της γαλλικής «με το μπαρδόν», προσθέτοντας για γαλλικό κερασάκι την κλητική «μανταμίτσα» απευθυνόμενοι στις κυρίες πάνω από το «μοτοσακό» τους. Φυσικά, το πασπαρτού «να’ουμε» είχε παρόμοια χρήση με τον μαϊντανό: πήγαινε παντού.
Στην εποχή της βιντεοκασέτας
Η πραγματική φρασεολογική επανάσταση ήρθε την δεκαετία του ’80, ή αλλιώς στα χρόνια της ντίσκο(τεκ), των trash βιντεοταινιών, των απολαυστικά αναχρονιστικών σίριαλ του Γιάννη Δαλιανίδη και των υπολειμμάτων τους μέχρι το τέλος της χιλιετίας, που έκαναν τους παλιότερους να απηυδήσουν με την νέα γενιά και τα «αλαμπουρνέζικα» που ξεστόμιζαν φορώντας βάτες, σκισμένα μπλουτζίν και κιλά ολόκληρα από στράς. Απολαύστε μερικές από τις φράσεις-σταθμούς:
«Άντε σπάσε, ρε μ***κα»
Ο Σταμάτης Γαρδέλης αφήνει εποχή με το ομώνυμο χιτ του και μέσα σε μια φράση στριμώχνει όχι μόνο την πιο πολυφορεμένη λέξη της εποχής –το «ρε μαλάκα» είχε ως ένα σημείο υποκαταστήσει την αναπνοή- αλλά και την πολυχρηστικότητα του ρήματος «σπάω»: «Σπάσε» αντί του «φύγε» (εναλλακτική επιλογή: «καν΄τηνα»), «έχω σπαστεί» και «μου τη σπάει» αντί για «νευρίασα» (εναλλακτικές επιλογές: «έχω ξενερώσει» και «έχω χαλαστεί άγρια») και ο χαρακτηρισμός «σπαστικό» που ήταν παντός καιρού.
«Είναι φάση το αγόρι»
Η εξίσου μεγάλη επιτυχία που ερμηνεύτηκε μοναδικά από την Ρένα Παγκράτη για να γίνει λάβαρο των βιντεοταινιών του ’80 σηματοδοτεί άλλη μια χαρακτηριστική ρετρό φράση. Παράλληλα, σύσσωμος ο γυναικείος πληθυσμός απέκτησε τον χαρακτηρισμό “μανούλια” -ή κατά το λαϊκότερο “μανουλομάνουλα” όταν οι άνδρες τις “γούσταραν με τα χίλια”, ενώ οι απανταχού πατεράδες άκουγαν στο “ο γέρος μου”. Δεν θα μπορούσαμε επίσης να παραλείψουμε τις λέξεις που έλεγε κάθε εξυπνάκιας των 80s ο οποίος σεβόταν το IQ του: «Μασάει η κατσίκα ταραμά;»
«Δικέ μου»
Η πιο άξια εκπρόσωπος της σχολής «δικέ μου» δεν θα μπορούσε παρά να είναι η ανιψιά Ειρήνη του θρυλικού «Ρετιρέ» που χώρεσε σε λίγα επεισόδια όλη την λεξιλογική μαγεία του ’80 και την μετέφερε στα ‘90s μέσα από πλοκές που μοιάζουν να επαναλαμβάνονται σαν την Μέρα της Μαρμότας.
Εξίσου αγαπημένες φράσεις της είναι το «ψώνιο η κατάσταση», «μου ανάψαν τα λαμπάκια», «κώλωσα άγρια, μεγάλε», «μη μου την μπαίνεις δικέ μου», «έλα να τη βρούμε», «μου την βγήκε απ’ τα αριστερά ο μάγκας», «είσαι μεγάλος κόπανος/τσογλάνι/ξενέρωτος/ούφο/γκαγκά/κλασομπανιέρα (sic)».
- «Έφαγα φλας»
Άξιο τέκνο της νεανικής αργκό της εποχής, και ο Χριστόφορος Παπακαλιάτης στον μοναδικό κωμικό του ρόλο στο «Ντόλτσε Βίτα» μας θυμίζει αξέχαστες –και εξίσου ευφάνταστες- εκφράσεις που πλέον δεν βγάζουν νόημα. «Είδα τον Χριστό φαντάρο», «έφαγα ένα φλασάκι» (καμία σχέση με τα σημερινά USB flash sticks), «μιλάμε τα ‘παιξα», «τσάγια» (εκ του ciao) και «γειαχαραντάν», «έτζασα» (εκ του τζάω-τζω), «η γκόμενα είναι εντελώς κουλή», «έχω φρικάρει/φλιπάρει» και «δεν τρέχει κάστανο» αποτέλεσαν το λεξιλογικό ψωμοτύρι στην καθημερινότητα των «φρικιών» των ανέμελων ‘90s.
Ρετρό για κάθε γούστο
Τελειώνουμε το αφιέρωμα στις ρετρό φράσεις που γνώρισε η ελληνική γλώσσα με μερικές ακόμη φράσεις και λέξεις που «αγαπήθηκαν» πολύ από τις φωνητικές χορδές του Έλληνα για κάποια περίοδο.
- «πετάω κοτσάνες»: λέω ανοησίες
- «είμαι αφασία»: είσαι αφασία, είναι αφασία. Όλοι στην δεκαετία του ’80 ήταν αφασία.
- «σπορτέξ»: Τα αθλητικά παπούτσια στην πρώτη περίοδο της οργανωμένης διαφήμισης στην χώρα μας δεν είχαν μάρκα -ήταν όλα σπορτέξ. Οι δεκαετίες του ’60 και του ΄70 άλλωστε απογείωσαν την ξενική κατάληξη «–εξ» για κάθε προϊόν που φιγουράριζε στις ρεκλάμες.
- «το πρόσωπο/το αίσθημα/το μανούλι/το πιπίνι»: Όλες οι παραπάνω λέξεις περιγράφουν το αντικείμενο του πόθου με ελαφρώς παλιομοδίτικο πλέον τρόπο, παραπέμποντας σε κακή επιθεώρηση.
- «τα παίρνω στην κράνα»: Θυμώνω πολύ -και για κάποιο λόγο επικεντρώνω το αίσθημα στο κρανίο μου.
- «καραφλιάζω»: Μένω “παγωτό” ή αλλιώς “με έχεις κουφάνει”.
- «δεν υπάρχει»: Πιο πρόσφατο “σλόγκαν” που φορέθηκε πολύ τα τελευταία χρόνια από την νεότερη γενιά.
- «τούμπανο»: Άλλη μια πρόσφατη αγαπημένη λέξη που υποτίθεται πως αποτελεί κοπλιμέντο.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου