Σάββατο 27 Αυγούστου 2011

Μάχη των Πλαταιών

 

Plain of Plataea, from Mount Cithaeron engraving by William Miller after H W Williams.jpg
Οι Πλαταίες από το βουνό Κιθαιρώνας

Η Μάχη των Πλαταιών (α-ε. Μάχη τῶν Πλαταιῶν) ήταν η τελευταία μάχη του χερσαίου μετώπου κατά τη διάρκεια της δεύτερης εκστρατείας των Περσών στην Ελλάδα. Διεξήχθη τον Αύγουστο του 479 π.Χ, στις Πλαταιές της Βοιωτίας. Στη μάχη αντίπαλοι ήταν οι Ελληνικές πόλεις-κράτη (συμπεριλαμβανομένων της Σπάρτης, της Αθήνας, της Κορίνθου και των Μεγάρων) και η Περσία του Ξέρξη Α'.

Τον προηγούμενο χρόνο, η περσική εκστρατεία στην Ελλάδα είχε σημειώσει σημαντικές επιτυχίες στη μάχη των Θερμοπυλών και στη ναυμαχία στο Αρτεμίσιο, και καταλήφθηκαν η Θεσσαλία, η Βοιωτία και η Αττική. Αλλά, η νίκη των Ελλήνων στη ναυμαχία της Σαλαμίνας παρεμπόδισε την κατάληψη της Πελοποννήσου από τους Πέρσες. Ο Ξέρξης υποχώρησε με μεγάλο μέρος του στρατού του και άφησε το στρατηγό του, τον Μαρδόνιο, να μάχεται με τους Έλληνες το επόμενο έτος.

Το καλοκαίρι του 479 π.Χ, οι Έλληνες συγκέντρωσαν ένα μεγάλο στρατό και κινήθηκαν στην Πελοπόννησο. Οι Πέρσες υποχώρησαν στη Βοιωτία, και έχτισαν ένα οχυρό στις Πλαταιές. Ελπίζοντας πώς οι Έλληνες θα υποχωρήσουν, ο Μαρδόνιος άρχισε επίθεση, αλλά οι Έλληνες (ιδιαίτερα οι Σπαρτιάτες και οι Αθηναίοι) αποφάσισαν να δώσουν μάχη, κατέστρεψαν τον περσικό στρατό και σκότωσαν τον Μαρδόνιο.

Ένα μεγάλο μέρος του περσικού στρατού παγιδεύτηκε και θανατώθηκε. Το ίδιο έπαθε και το περσικό ναυτικό μετά τη μάχη της Μυκάλης. Με αυτό το τρόπο, οι Έλληνες πήραν το πλεονέκτημα και ξεκίνησε μια νέα φάση των Περσικών πολέμων. Αν και είχε μεγάλη σημασία η νίκη στις Πλαταιές, η μάχη δεν έγινε τόσο γνωστή όπως η νίκη των Αθηναίων στη Μάχη του Μαραθώνα ή την ήττα των Ελλήνων στις Θερμοπύλες.

Οι ελληνικές πόλεις-κράτη της Αθήνας και της Ερέτριας είχαν υποστηρίξει την αποτυχημένη Ιωνική Επανάσταση εναντίον των Περσών του Δαρείου Α', η οποία διήρκησε από το 499 μέχρι το 494 π.Χ. Η Περσική Αυτοκρατορία, εκείνη την εποχή, ήταν αρκετά νεαρή και κατέπνιγε τις επαναστάσεις των πολιτών της.[1][2] Επιπλέον, ο Δαρείος ήταν σφετεριστής και κατέπνιγε τις επαναστάσεις κατά της κυριαρχίας του.[1] Η Ιωνική Επανάσταση απειλούσε την ακεραιότητα της Περσίας, και ο Δαρείος ορκίστηκε να τιμωρήσει όσους εμπλακούν (ακόμα και αυτούς που δεν βρισκόταν υπό την κατοχή της Περσίας).[3][4] Ο Δαρείος επίσης έβλεπε τη πιθανότητα να επεκταθεί και στην Αρχαία Ελλάδα.[4] Μια προκαταρκτική αποστολή, με αρχηγό τον Μαρδόνιο, το 492 π.Χ, η οποία είχε στόχο την εξασφάλιση των εδαφικών προσβάσεων στην Ελλάδα έληξε με την ανακατάληψη της Θήβας και της Μακεδονίας, οι οποίες έγιναν μέρος της Περσικής Αυτοκρατορίας.[5] Μια ομάδα, υπό την ηγεσία του Δάτη και του Αρταφέρνη, επιτέθηκε με επιτυχία στη Νάξο και στην Ερέτρια,[6] πριν να επιτεθεί την Αθήνα. Ωστόσο, στην επόμενη μάχη, αυτή του Μαραθώνα, οι Αθηναίοι πέτυχαν μια σημαντική νίκη και ανάγκασαν τους Πέρσες να γυρίσουν στην Ασία.[7]

Ένας χάρτης, ο οποίος δείχνει τον ελληνικό κόσμο κατά τη διάρκεια της μάχης

Ο Δαρείος άρχισε να ετοιμάζει μεγαλύτερο στρατό για να υποτάξει ολόκληρη την Ελλάδα. Ωστόσο, πέθανε πριν να αρχίσει η εκστρατεία.[8] Ο θρόνος πέρασε στον Ξέρξη Α', ο οποίος ξανάρχισε τις προετοιμασίες για την εισβολή στην Ελλάδα.[9] Το 481 π.Χ, ο Ξέρξης έστειλε πρεσβείες στην Ελλάδα ζητώντας γη και ύδωρ, ωστόσο η Αθήνα και η Σπάρτη αρνήθηκαν και κήρυξαν τον πόλεμο στη Περσία.[10] Το φθινόπωρο του 481 π.Χ, στην Κόρινθο συναντήθηκαν οι ελληνικές πόλεις-κράτη και δημιούργησαν μια συμμαχία.[11] Αυτό το γεγονός ήταν αξιοσημειώτο για τις χωρισμένες ελληνικές πόλεις-κράτη, ειδικά όταν οι περισσότερες πόλεις-κράτη της συμμαχίας βρισκόταν σε πόλεμο μεταξύ τους.[12]

Οι Συμμάχοι, αρχικά, υιοθέτησαν στρατηγική αποκλεισμού των χερσαίων και θαλασσίων προσβάσεων προς τη Νότια Ελλάδα.[13] Έτσι, τον Αύγουστο του 480 π.Χ, μετά την είδηση για την προσέγγιση του Ξέρξη, οι Σπαρτιάτες του Λεωνίδα απέκλεισαν τα στενά των Θερμοπυλών, ενώ ο αθηναϊκός στόλος έπλευσε στα Στενά του Αρτεμίσιου. Ο ελληνικός στρατός αντιμέτωπισε για 6 μέρες τους Πέρσες στις Θερμοπύλες, πριν να υπερκερασθεί από το βουνό. Παρά την υποχώρηση ενός μεγάλου αριθμού του ελληνικού στρατού, η οπισθοφυλακή, η οποία αποτελείτο από Σπαρτιάτες και Θεσπιείες, έμεινε και εκμηδενίστηκε.[14] Η μάχη στο Αρτεμίσιο, η οποία διεξήχθη την ίδια ώρα, αποτελείτο από πολεμικές συγκρούσες που οδήγησαν σε αδιέξοδο[15] - ωστόσο, όταν έφθασαν τα νέα για τη μάχη στις Θερμοπύλες, οι Έλληνες υποχώρησαν, δεδομένου ότι η κατάληψη των στενών του Αρτεμισίου ήταν επίμαχο ζήτημα.[16]

Μετά τις Θερμοπύλες, οι Πέρσες θέλησαν να καταλάβουν τις Πλαταιές και τις Θεσπιές, προτού καταλάβουν την άδεια Αθήνα. Εν τω μεταξύ, ο συμμαχικός στρατός ετοιμαζόταν να υπερασπιστεί τον Ισθμό της Κορίνθου.[17] Ο Ξέρξης ήθελε να τελειώσει τον πόλεμο, καταστρέφοντας τους συμμάχους, ενώ οι Έλληνες ήθελαν αποφασιστική νίκη κατά του περσικού στόλου, για να κατωχυρωθεί η ασφάλεια της Πελοποννήσου.[18] Η ναυμαχία στη Σαλαμίνα τελείωσε με νίκη των Ελλήνων και έφερε αλλαγές στον πόλεμο.[19]

Οι κινήσεις των Περσών και των Ελλήνων από το 480 π.Χ μέχρι το 479 π.Χ

Μετά την ήττα του περσικού στρατού στη Σαλαμίνα, ο Ξέρξης υποχώρησε στην Ασία. Σύμφωνα με τον Ηρόδοτο, ο Ξέρξης φοβόταν πώς οι Έλληνες θα πλεύσουν στον Ελλήσποντο και θα καταστρέψουν τον περσικό στρατό στην Ευρώπη.[20] Τότε, άφησε τον Μαρδόνιο με λίγο στρατό, για να τελείωσει τη κατάληψη της Ελλάδας τον επόμενο χρόνο.[21] Ο Μαρδόνιος εγκατέλειψε την Αττική και έφθασε στη Θεσσαλία - [22] τότε οι Αθηναίοι ανακατέλαβαν τη κατεστραμένη πόλη τους.[19] Κατά τη διάρκεια του χειμώνα, ξέσπασαν εντάσεις μεταξύ των Συμμάχων. Οι Αθηναίοι, οι οποίοι δεν προστατευόνταν από τον Ισθμό της Κορίνθου, αλλά ο στόλος τους αποτελούσε τον κύριο προστάτη της Πελοποννήσου, ζήτησαν από τους συμμάχους να πορευθούν, τον επόμενο χρόνο, στον βορρά.[19] Όταν οι Συμμάχοι αρνήθηκαν να δεχθούν το αίτημα της Αθήνας, αυτή απέσυρε το στόλο της και αρνήθηκε να συμμετάσχει στην ανοιξιάτικη θαλάσσια εκστρατεία. Ο στόλος, υπό την ηγεσία του Σπαρτιάτη βασιλιά Λεωτυχίδα Β', έπλευσε από τη Δήλο, ενώ οι Πέρσες από τη Σάμο, καθώς δεν ήθελαν μια επικίνδυνη μάχη.[23] Ο Μαρδόνιος αποφάσισε να μείνει στη Θεσσαλία, καθώς ήξερε πώς η μάχη στον Ισθμό ήταν άσκοπη, ενώ οι Έλληνες δεν ήθελαν να στείλουν στρατό μακριά από τη Πελοποννήσο.[19]

Ο Μαρδόνιος κινήθηκε για να σπάσει το αδιέξοδο και να κατατροπώσει τους Αθηναίους. Ο στόλος του, με βοήθεια του Αλέξανδρου Α' της Μακεδονίας, πρόσφερε ειρήνη, αυτοδιοίκηση και εδαφική επέκταση στους Αθηναιόυς.[23] Οι Αθηναίοι φρόντισαν να ακούσει και η σπαρτιατική αντιπροσωπεία τη προσφορά, και τότε την αρνήθηκαν:

Λάβαμε υπόψη μας την προσφορά των Μήδων. Αλλά, λόγω της αγάπης μας για την ελευθερία, δεν θα παραδοθούμε ποτέ.[23]

Αφού έλαβαν την άρνηση, οι Πέρσες κινήθηκαν νότια. Η Αθήνα εκκενώθηκε και καταλήφθηκε από τον Μαρδόνιο. Ο Μαρδόνιος επανέλαβε τη προσφορά του στους Αθηναίους στη Σαλαμίνα. Η Αθήνα, μαζί με τα Μέγαρα και τις Πλαταιές, έστειλαν αντιπροσωπεία στη Σπάρτη ζητώντας βοήθεια.[24] Σύμφωνα με τον Ηρόδοτο, οι Σπαρτιάτες, οι οποίοι γιορτάζαν την γιορτή της Υάκινθου, άργησαν να δώσουν απάντηση. Όμως, μετά την επίσκεψη του Τεγεάτη Χίλεου, ο οποίος τους επισήμανε τον κίνδυνο της Ελλάδας σε περίπτωση παράδοσης της Αθήνας, δέχθηκαν να βοηθήσουν.[25] Όταν οι Αθηναίοι έστειλαν τελεσίγραφο στους Σπαρτιάτες την επόμενη μέρα, έμειναν άφωνοι όταν έμαθαν πώς οι Σπαρτιάτες ήταν καθ' οδόν - ο σπαρτιατικός στρατός βάδιζε για να αντιμετωπίσει τους Πέρσες.[26]

[Επεξεργασία] Πρελούδιο

Όταν ο Μαρδόνιος έμαθε για το σπαρτιατικό σώμα, τελείωσε την καταστροφή της Αθήνας, κατεδαφίζοντας την πόλη.[27] Στη συνέχεια υποχώρησε στη Θήβα, ελπίζοντας να δελεάσει τους Έλληνες να δώσουν μάχη σε μια τοποθεσία κατάλληλη για το περσικό ιππικό.[27] Ο Μαρδόνιος δημιούργησε ένα οχυρωμένο στρατόπεδο στη βόρεια ακτή του ποταμού Ασωπού, όπου περίμενε τους Έλληνες.[28]

Οι Αθηναίοι έστειλαν 8.000 οπλίτες, υπό την ηγεσία του Αριστείδη, μαζί με 600 εξόριστους από τις Πλαταιές.[29] Ο στρατός βάδισε στη Βοιωτία και πέρασε τον Κιθαιρώνα, φτάνοντας κοντά στις Πλαταιές, και πάνω από τις περσικές θέσεις στον Ασωπό.[30] Υπό την καθοδήγηση του Παυσανία, οι Έλληνες πήραν θέση απέναντι από τους Πέρσες.[30] Γνωρίζοντας πώς δεν είχε ευκαιρίες για να προσβάλει με επιτυχία τις ελληνικές θέσεις, ο Μαρδόνιος αποφάσισε να σπείρει διχόνοια μεταξύ των Συμμάχων και να τους αναγκάσει να κατεβούν στον κάμπο.[30] Ο Πλούταρχος αναφέρει πώς μερικοί εξέχοντες Αθηναίοι ήταν έτοιμοι να προδώσουν τους υπόλοιπους Έλληνες, αλλά η πληροφορία αυτή δεν είναι γενικά αποδεκτή.[30]

Οι κινήσεις των αντιπάλων στη μάχη των Πλαταιών

Ο Μαρδόνιος έκανε μια γρήγορη επίθεση με το ιππικό, ελπίζοντας να αναγκάσει τους Έλληνες να κατεβούν στον κάμπο.[30] Παρόλο που είχε κάποια αρχική επιτυχία,[31] η στρατηγική απέτυχε εξαιτίας του θάνατου του διοικητή του ιππικού, Μασίστιου, και το περσικό ιππικό αναγκάστηκε να υποχωρήσει.[31][32]

Με ενισχυμένο το ηθικό από αυτή τη μικρή νίκη, οι Έλληνες κινήθηκαν εμπρός και έφθασαν πιο κοντά στο στρατόπεδο των Περσών.[33] Οι Σπαρτιάτες και οι Τεγεάτες βρισκόταν στα δεξία, οι Αθηναίοι στα αριστερά και οι υπόλοιποι Έλληνες στη μέση.[30] Σε απάντηση, ο Μαρδόνιος συγκέντρωσε τους άνδρες του, τους έφερε στον Ασωπό και τους παρέταξε για μάχη. Ωστόσο, και οι δύο πλευρές δίσταζαν να αναλάβουν επιθετική ενέργεια. Ο Ηρόδοτος θεωρεί ως αιτία γι' αυτό το ότι και οι δύο πλευρές είχαν λάβει κακούς οιωνούς μετά από θυσίες.[34] Οι στρατοί έμειναν στις θέσεις τους για 8 ημέρες, ενώ παράλληλα έφθαναν νέα ελληνικά σώματα.[35] Τότε, ο Μαρδόνιος αποφάσισε να σπάσει το μέτωπο και έστειλε το ιππικό του να επιτεθεί στο βουνό του Κιθαιρώνα - αυτή η επίθεση είχε ως αποτέλεσμα τη σύλληψη εφοδιοπομπών που προοριζόταν για τους Έλληνες.[35] Δύο επιπλέον μέρες πέρασαν, κατά τις οποίες οι ελληνικές γραμμές ανεφοδιασμού βρισκόταν υπό την απειλή της περσικής επίθεσης.[30] Ο Μαρδόνιος επιτέθηκε, με περισσότερες δυνάμεις, στις ελληνικές γραμμές ανεφοδιασμού, και μπλόκαρε τη Γαργαφία κρήνη, αφήνοντας τους Έλληνες χωρίς νερό.[36] Αφού έμειναν με λίγα τρόφιμα και καθόλου νερό, οι Έλληνες συμπτύχθηκαν στο χώρο εμπρός από τις Πλαταιές, για να καλύψουν τις ανάγκες τους σε νερό.[37] Η υποχώρηση έγινε τη νύχτα, για να μην δεχθούν επίθεση από το περσικό ιππικό.[37]

Ωστόσο, η υποχώρηση πήγε στραβά. Το κεντρικό μέτωπο των Ελλήνων κατέληξε διάσπαρτο στις Πλαταιές.[30] Οι Αθηναίοι, οι Τεγεάτες και οι Σπαρτιάτες, οι οποίοι αποτελούσαν την οπισθοφυλακή της σύμπτυξης ως το χάραμα δεν είχαν καν αρχίσει να υποχωρούν.[30] Ένα σώμα από Σπαρτιάτες έμεινε εκεί για να φρουρεί, όσο οι υπόλοιποι Σπαρτιάτες με τους Τεγεάτες και τους Αθηναίους υποχωρούσαν.[30][38] Ωστόσο, οι Αθηναίοι αποσύρθηκαν κατευθείαν προς τις Πλαταιές,[38]με συνέπεια να είναι διασπασμένη η συμμαχική γραμμή την ώρα που το περσικό στρατόπεδο άρχιζε να κινείται.[30]

Σύμφωνα με τον Ηρόδοτο, οι συνολικές δυνάμεις των Ελλήνων ανέρχονταν στους 69.500 ελαφρά οπλισμένους στρατιώτες - 35.000 είλωτες,[39] και 34.500 στρατιώτες από την υπόλοιπη Ελλάδα.[39] Ο αριθμός των 34.500 ανδρών προτάθηκε για να εκπροσωπήσει τον ελληνικό στρατό χωρίς τους Σπαρτιάτες οπλίτες (38.700 άνδρες) και των 800 Αθηναίων τοξότων.[40] Επίσης, ο Ηρόδοτος λέει πώς στη μάχη ήταν επίσης και 1.800 Θεσπιείς (χωρίς εξοπλισμό), και με αυτούς οι συνολικές δυνάμεις ανέρχονταν στους 110.000 άνδρες.[41]

Ο αριθμός των οπλιτών θεωρείται ως λογικός (και πιθανός) - οι Αθηναίοι είχαν 10.000 οπλίτες στη Μάχη του Μαραθώνα.[30] Μερικοί ιστορικοί θεωρούν πώς ο αριθμός των ελληνικών στρατευμάτων είναι λογικός και τον χρησιμοποιήσαν ως απογραφή του τότε ελληνικού πληθυσμού. Σίγουρα, αυτοί οι αριθμοί μπορούν να θεωρηθούν λογικοί. Η Αθήνα, για παράδειγμα, είχε χρησιμοποίησει 180 τριηρείς στη ναυμαχία στη Σαλαμίνα,[42] και 36.000 κωπηλάτες.[43] Έτσι, ο αριθμός των 69.500 στρατιωτών μπορεί να θεωρηθεί πιθανός για τη μάχη των Πλαταιών. Παρόλο αυτά, μπορεί να θεωρηθεί και λάθος, λόγω του ότι 1 Σπαρτιάτες ισοδυναμούσε με 7 είλωτες.[30] Για παράδειγμα, ο Λαζένμπυ αποδέχεται πώς οι οπλίτες από τις άλλες ελληνικές πόλεις συνοδεύοταν από ένα, ελαφρά οπλισμένο, υπηρέτη για τον καθένα, αλλά δεν αποδέχεται τον αριθμό των 7 είλωτων για 1 Σπαρτιάτη.[44] Επίσης θεωρεί, πώς κάθε Σπαρτιάτης συνοδεύοταν από ένα οπλισμένο είλωτα, ενώ οι υπόλοιποι βοηθούσαν στη μεταφορά πολεμοφοδίων για τον στρατό.[44] Και ο Λαζένμπυ και ο Χόλλαντ θεωρούν πώς οι ελαφρά οπλισμένοι στρατιώτες, παρά τον αριθμό τους, είχαν παίξει καθοριστικό ρόλο στη μάχη.[44][45]

Ένα μέρος του δυναμικού των Συμμάχων χρειαζόταν για την επάνδρωση του στόλου, ο οποίος αριθμούσε 110 τριηρείς, και συνεπώς 22.000 άνδρες.[46] Το γεγονός ότι η μάχη στη Μύκαλη έγινε σχεδόν ταυτόχρονα με αυτή των Πλαταιών, μειώνει τις πιθανότητες συγκέντρωσης 110.000 Ελλήνων πολεμιστών στις Πλαταιές.[47]

Τη διοίκηση του ελληνικού στρατού, μετά από απόφαση του Συμμαχικού συνεδρίου, ανέλαβε ο Παυσανίας. Ο Παυσανίας ήταν αντιβασιλέας για τον νεαρό γιο του Λεωνίδα, Πλείσταρχο, τον ξάδερφο του. Ο Διόδωρος μας λέει πώς αρχηγός των Αθηναίων ήταν ο Αριστείδης (είναι πιθανόν πώς κάθε πόλη-κράτος είχε τον ηγέτη της).[48] Ο Ηρόδοτος καταγράφει πώς παρά το γεγονός ότι είχε την ηγεσία του ελληνικού στρατού, ο Παυσανίας δεν είχε το δικαίωμα να δίνει διαταγές σε όλα τα ελληνικά σώματα.[33][37] Αυτό το σύστημα ηγεσίας συνέβαλε στην εξέλιξη των γεγονότων της μάχης στις Πλαταιές.[49]

Πέρσες

Σύμφωνα με τον Ηρόδοτο, οι Πέρσες είχαν στη κατοχή τους 300.000 άνδρες (μόνο Πέρσες) και είχαν λάβει τη βοήθεια μερικών ελληνικών πόλεων-κρατών, όπως η Θήβα, οι οποίες πήραν το μέρος των Περσών [50] και των οποίων ο Ηρόδοτος υπολογίζει το στράτευμα σε 50.000 άνδρες. [50]

Ο Κτησίας, ο οποίος έγραψε την ιστορία της Περσίας βασισμένος σε περσικά αρχεία, καταγράφει πώς οι δυνάμεις των Περσών ανέρχονταν στους 120.000 Πέρσες και 7.000 Έλληνες συμμάχους τους, αλλά η θεωρία του ήταν αλλοιωμένη.[51]

Ο αριθμός των 300.000 στρατιώτων του Ηρόδοτου αμφισβητήθηκε από αρκετούς σύγχρονους ιστορικούς, οι οποίοι θεωρούν πώς οι περσικές δυνάμεις ανέρχονταν στους 250.000 στρατιώτες.[52] Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις τους, ο αριθμός των 300.000 Περσών στις Πλαταιές θεωρείται απίθανος. Οι περισσότεροι ιστορικοί θεωρούν πώς οι περσικές δυνάμεις ανέρχονταν από τους 70.000 μέχρι τους 120.000 στρατιώτες.[45] Ο ιστορικός Λάζενμπυ, για παράδειγμα, θεωρεί πώς οι Πέρσες είχαν 70.000 στρατιώτες και 10.000 ιππείς.[44] Εν τω μεταξύ, ο Κόννολι (αγγ. Connolly) απορρίπτει τον αριθμό των 120.000 στρατιωτών.[53] Πράγματι, οι περισσότερες εκτιμήσεις αππορίπτουν αυτό τον αριθμό.[54][55][56] Ο Ντέλμπριουκ (γερ. Delbrück), θεωρεί πώς οι Πέρσες είχαν στη κατοχή τους 75.000 άνδρες.[56]

Στρατηγικές και τακτικές

Σε μερικά σημεία, η σύρραξη των Πλαταιών έμοιαζε με εκείνη του Μαραθώνα - υπήρξε μια παρατεταμένη απραξία και διστακτικότητα της κάθε πλευράς να αναλάβει επίθεση.[30] Ο λόγος για αυτή την απραξία ήταν κυρίως λόγος τακτικής, και έμοιαζε με τη κατάσταση στο Μαραθώνα - οι Έλληνες οπλίτες δεν ήθελαν να διακινδυνεύσουν να υπερκερασθούν από το περσικό ιππικό, ενώ το περσικό πεζικό δεν μπορούσε να ελπίζει από μια επίθεση σε καλά οργανωμένες αμυντικά θέσεις του αντιπάλου.[30][57]

Σύμφωνα με τον Ηρόδοτο, και οι δύο πλευρές ήθελαν μια αποφασιστική μάχη, η οποία θα έκλινε τον πόλεμο υπέρ τους.[30][58] Ωστόστο, ο Λαζένμπυ (αγγ. Lazenby) πιστεύει πώς οι ενέργειες του Μαρδόνιου κατά τη διάρκεια της μάχης στις Πλαταιές δεν ταίριαζαν σε επιθετική τακτική.[57] Θεωρεί πώς οι Πέρσες δεν ήθελαν να αναγκάσουν τους Έλληνες σε μάχη, αλλά σε υποχώρηση (κάτι το οποίο έγινε).[59] Κατά τη γνώμη του Λαζένμπυ, ο Μαρδόνιος ένιωθε πώς θα κέρδιζε πολλά από αυτή τη μάχη και περίμενε πότε ο ελληνικός στρατός θα καταρρεύσει (όπως έγινε και τον χειμώνα).[57] Υπάρχουν αμφιβολίες για την θεωρία του Ηρόδοτου, ο οποίος καταγράφει πως ο Μαρδόνιος ήταν έτοιμος να δεχθεί μάχη με τους δικούς του, όμως, όρους. Ανεξάρτητα από τα πραγματικά κίνητρα, οι αρχικές στρατηγικές συνθήκες επέτρεπαν στους δύο στρατούς να χρονοτριβούν, καθώς είχαν άφθονες προμήθειες.[30][58]

Όταν οι επιδρομές του Μαρδόνιου διέσπασαν τις γραμμές εφοδιασμού των Ελλήνων, οι τελευταίοι αναθεώρησαν την τακτική τους και αντί να επιτεθούν φρόντισαν να συμπτυχθούν για να προστατεύσουν τις γραμμές επικοινωνιών τους.[37] Ο Μαρδόνιος, μόλις είδε πώς οι Έλληνες υποχώρησαν, θεώρησε πώς κέρδισε τη μάχη και θέλησε να καταδιώξει του Έλληνες.[60] Άπαξ και θεώρησε ότι οι Έλληνες δεν θα πολεμούσαν, αποφάσισε να επωφεληθεί από τη νέα στρατηγική κατάσταση.[30] Από την άλλη πλευρά, οι Έλληνες, αν και κατά λάθος, παρέσυραν τον Μαρδόνιο να τους επιτεθεί σε ανυψωμένο, εξασφαλίζοντας έτσι τακτικό πλεονέκτημα, παρά την αριθμητική υπεροχή του αντιπάλου.[30][61]

Η Μάχη

Όταν οι Πέρσες έμαθαν πώς οι Έλληνες υποχώρησαν, ο Μαρδόνιος αποφάσισε να επιτεθεί.[62] Όπως και έκανε, με τον υπόλοιπο περσικό στρατό να προχωρά μπροστά.[62] Μέχρι τότε, οι Σπαρτιάτες και οι Τεγεάτες έφθασαν στο ναό της Δήμητρας.[63] Η οπισθοφυλακή του Αμομφάρετου αποσύρθηκε από την κορυφογραμμή, υπό την πίεση του περσικού ιππικού.[63] Ο Παυσανίας έστειλε απεσταλμένο στους Αθηναίους για να βοηθήσουν τους Σπαρτιάτες.[49] Αλλά, οι Αθηναίοι πάλευαν με τους Θηβαίους και ήταν ανίκανοι να βοηθήσουν.[63] Για πρώτη φορά, οι Σπαρτιάτες και οι Τεγεάτες δέχθηκαν επίθεση από το περσικό ιππικό,[49] ένω το περσικό πεζικό προχώρησε. Το περσικό πεζικό άρχισε να πυροβολεί με βέλη τους Έλληνες, και το ιππικό αποσύρθηκε.[49][63]

Το κύριο σημείο της μάχης. Η ελληνική υποχώρηση αποδιοργανώνεται και οι Πέρσες, περνώντας τον Ασωπό, επιτίθενται.

Σύμφωνα με τον Ηρόδοτο, ο Παυσανίας αρνήθηκε να προχωρήσει, λέγοντας δεν υπήρχαν καλοί οιωνοί.[64] Σε αυτό το σημείο, όσο οι άνδρες πέθαναν από τα βέλη, οι Τεγεάτες επιτέθηκαν στις περσικές γραμμές.[64] Προσφέροντας μια τελευταία θυσία, ο Παυσανίας έλαβε τελικά καλούς οιωνούς και διέταξε τους Σπαρτιάτες να επιτεθούν.[65]

Το, αριθμητικά μεγαλύτερο, περσικό πεζικό ήταν σε βαρύ σχηματισμό σπαραβάζας, αλλά ήταν πιο ελαφρύ από την ελληνική φάλαγγα.[66] Για άμυνα, οι Πέρσες χρησιμοποιούσαν μεγάλη ασπίδα και μια κοντή λόγχη, ενώ αντίθετα, οι οπλίτες ήταν θωρακισμένοι με ορείχαλκο, με μπρούντζινη ασπίδα και μακρύ δόρυ.[63] Ήταν μια σοβαρή αναντιστοιχία, όπως στον Μαραθώνα.[65][67] Η μάχη ήταν σκληρή και διαρκούσε πολλές ώρες, αλλά οι Έλληνες συνέχιζαν να πιέζουν τις περσικές γραμμές.[63] Οι Πέρσες προσπάθησαν να σπάσουν τις λόγχες των Ελλήνων, αλλά οι τελευταίοι είχαν τη δυνατότητα να χρησιμοποιήσουν τα ξίφη τους.[65] Ο Μαρδόνιος βρισκόταν στο πεδίο της μάχης, περικυκλωμένος από τη σωματοφυλακή του, η οποία αποτελείτο από 1.000 άνδρες.[66] Παρόλα αυτά, οι Σπαρτιάτες περικύκλωσαν τον Μαρδόνιο, και η πέτρα που έριξε ο Σπαρτιάτης Αέμνηστος βρήκε τον Μαρδόνιο στο κεφάλι και τον σκότωσε.[68] Με τον Μαρδόνιο νεκρό, οι Πέρσες άρχισαν να υποχωρούν, ωστόσο η σωματοφυλακή του έμεινε στο πεδίο της μάχης και εκμηδενίστηκε.[63] Γρήγορα, η υποχώρηση έγινε γενική, και οι Πέρσες σε αταξία έφτασαν στο στρατόπεδο τους.[67] Ωστόσο, ο Αρταβάζος (ο οποίος είχε νωρίτερ διοικήσει τις πολιορκίες της Ολύνθου και της Ποτίδαιας) είχε διαφωνίσει με τον Μαρδόνιο στο να επιτεθεί τους Έλληνες,[60] και δεν είχε εμπλέξει πλήρως τις περσικές δυνάμεις υπό τις διαταγές του.[69] Καθώς άρχισε η πανωλεθρία, οδήγησε τους άνδρες (40.000 άνδρες σύμφωνα με τον Ηρόδοτο) μακριά από το πεδίο της μάχης, στη Θεσσαλία, με την ελπίδα να περάσει τον Ελλήσποντο.[69]

Στην αντίθετη πλευρά του πεδίου της μάχης, οι Αθηναίοι θριάμβευσαν στη μάχη απέναντι στους Θηβαίους.[70] Οι υπόλοιποι Έλληνες, οι οποίοι είχαν συμμαχήσει με τους Πέρσες, είχαν χάσει, σύμφωνα με τον Ηρόδοτο, σκόπιμα.[70] Οι Θηβαίοι υποχώρησαν από τη μάχη, από διαφορετική κατεύθυνση από ότι οι Πέρσες, για να μην υποστούν περισσότερες απώλειες.[71] Στη συνέχεια, οι Έλληνες εισέβαλαν στο περσικό στρατόπεδο.[63][72] Παρά την αρχική αντίσταση τους, οι Πέρσες σφαγιάστηκαν από τους Έλληνες.[73] Από τους Πέρσες, οι οποίοι υποχώρησαν, περίπου 3.000 στρατιώτες έμειναν ζωντανοί.[73]

Σύμφωνα με τον Ηρόδοτο, μόνο 43.000 Πέρσες επέζησαν μετά τη μάχη.[73] Ο αριθμός νεκρών είναι άγνωστος, αλλά σύμφωνα με τον Ηρόδοτο, στη μάχη σκοτώθηκαν 257.000 στρατιώτες. Σύμφωνα με τους υπολογισμούς του, οι Έλληνες έχασαν μόνο 159 άνδρες.[73] Επιπλέον, ισχυρίζεται πώς στη μάχη σκοτώθηκαν μόνο οι Σπαρτιάτες, οι Τεγεάτες και οι Αθηναίοι.[73] Ο Πλούταρχος θεωρεί πώς στη μάχη σκοτώθηκαν 1.360 Έλληνες,[74] όταν ο Έφορος και ο Διόδωρος θεωρούν πώς πέθαναν 10.000 Έλληνες.[75]

Σημαντικά πρόσωπα
  • Αμομφάρετος - Ηγέτης ενός σώματος των Σπαρτιατών, ο οποίος αρνήθηκε να υποχωρήσει τη νύχτα στις Πλαταιές, καθώς το θεωρούσε ντροπιαστικό για ένα Σπαρτιάτη.[76] Ο Ηρόδοτος καταγράφει μια συζήτηση μεταξύ του Παυσανία και του Αμομφαρέτου μέχρι την αυγή, όποτε ο Παυσανίας και οι Σπαρτιάτες, εκτός το σώμα του Αμομφαρέτου, υποχώρησαν στις Πλαταίες.[77] Παρόλο αυτά, ο Αμομφάρετος οδήγησε τους άνδρες του μετά την υποχώρηση των Σπαρτιατών.[78] Σύμφωνα με άλλη εκδοψή, ο Αμομφάρετος απέκτησε μεγάλη φήμη στις Πλαταιές. Είχε επίσης προταθεί πώς ο Αμομφάρετος δεν ήταν ανυπότακτος, και φρουρούσε τις πίσω γραμμές του μετώπου.[63]
  • Αριστόδημος της Σπάρτης - ο μοναδικός Σπαρτιάτης, ο οποίος γλίτωσε τη σφαγή των 300 στις Θερμοπύλες, αφού, όπως και ένας άλλος Σπαρτιάτης (άγνωστο όνομα), είχε απολυθεί από τον Λεωνίδα, λόγω του ότι είχε μόλυνση στα μάτια. Παρόλο αυτά, ο άλλος Σπαρτιάτης παρέμεινε στις Θερμοπύλες και διοικούσε τους είλωτες.[79] Αφού διάλεξε να επιστρέψει στη Σπάρτη, ο Αριστόδημος θεωρήθηκε δειλός και υπέφερε για ένα χρόνο πριν τη μάχη των Πλαταιών.[63][80] Στη μάχη των Πλαταιών είχε σκοτώσει με μανία πολλούς Πέρσες. Παρόλο αυτά, οι Σπαρτιάτες δεν τον τίμησαν, γιατί στη μάχη των Θερμοπυλών δεν τήρησε τη πειθαρχία των Σπαρτιατών.[63]
  • Καλλικράτης - Θεωρείτο ο πιο όμορφος άνδρας, όχι μόνο των Σπαρτιατών, αλλά σε ολόκληρο το ελληνικό στρατόπεδο. Ο Καλλικράτης ήθελε να δείξει και το πολεμικό του ταλέντο, αλλά δεν τα κατάφερε, καθώς ένα βέλος διαπέρασε το πλευρό του, καθώς ήταν σε σχηματισμό. Σύμφωνα με τον Ηρόδοτο, τα τελευταία λόγια του Καλλικράτη ήταν: «Δεν είμαι λυπημένος επειδή θα πεθάνω για τη πατρίδα, είμαι λυπημένος που δεν σκότωσα κανένα εχθρό».[81]

Μετά τη μάχη

Έλληνας και Πέρσης οπλίτης, οι οποίοι μάχονται μεταξύ τους

Σύμφωνα με τον Ηρόδοτο, η μάχη στη Μυκάλη διεξήχθη το ίδιο απόγευμα με τη μάχη των Πλαταιών. Ένας ελληνικός στόλος, υπό την ηγεσία του Σπαρτιάτη βασιλιά Λεωτυχίδα Β', έφτασε στη Σάμο για να αντιμετωπίσει τον περσικό στόλο.[82] Οι Πέρσες, φοβούμενοι την ήττα, αποφάσισαν να υποχωρήσουν και έφθασαν στη Μυκάλη της Ιωνίας. Ένας στρατός από 60.000 άνδρες έμεινε εκεί με διαταγή του Ξέρξη, και ενσωματώθηκε με το στόλο, για να τον προστατεύσουν.[82] Παρόλο αυτά, ο Λεωτυχίδας αποφάσισε να επιτεθεί στο βουνό (Μυκάλη) μαζί με τον συμμαχικό στόλο.[83] Βλέποντας τον μικρό στρατό των Ελλήνων, οι Πέρσες επιτέθηκαν, αλλά οι Έλληνες οπλίτες τους κατατρόπωσαν.[83] Οι Έλληνες έκαψαν τα πλοία, και απόδειξαν την υπεροχή τους στη θάλασσα.[83]

Μετά τις μάχες στις Πλαταιές και στη Μυκάλη, η δεύτερη εκστρατεία των Περσών στην Ελλάδα έληξε. Οι πιθανότητες για μελλοντική προσπάθεια των Περσών για κατάληψη της Ελλάδα ήταν μικρές, παρόλο αυτά οι Έλληνες παρέμειναν ανήσυχοι, καθώς θεωρούσαν πώς ο Ξέρξης θα ξαναπροσπαθούσε στο μέλλον. Αλλά, με τον πάροδο των χρόνων, οι Έλληνες κατάλαβαν πώς η επιθυμία των Περσών για τη κατάληψη της Ελλάδας μειώθηκε.[84]

Τα απομεινάρια του περσικού στρατού, υπό την ηγεσία του Αρταβάζου, προσπάθησε να γυρίσει στη Μικρά Ασία. Ο πιο σύντομος δρόμος ήταν ο δρόμος από τα εδάφη της Θεσσαλίας, της Μακεδονίας και της Θράκης, αλλά ο Αρταβάζος, φοβούμενος ότι θα χάσει πολλούς άνδρες, κατευθύνθηκε στο Βυζάντιο.[85] Μετά τη νίκη στη Μυκάλη, ο συμμαχικός στόλος κατευθύνθηκε στον Ελλήσποντο για να καταστρέψει τις ποντονίες γέφυρες, αλλά τις βρήκε κατεστραμμένες.[86] Οι Πελοποννήσιοι επέστρεψαν στη Πελοππόνησο, αλλά οι Αθηναίοι έμειναν για να επιτεθούν στη Θρακική Χερσόνησο, η οποία ήταν ακόμα υπό την κατοχή των Περσών.[86] Οι Πέρσες και οι συμμάχοι τους, υποχώρησαν στη Σηστό. Μετά από πολιορκία των Αθηναίων, η πόλη έπεσε. Μετά από αυτή τη μάχη, άρχισε η ελληνική αντεπίθεση, νέα φάση των Περσικών πολέμων.[87] Ο Ηρόδοτος τελείωσε τις Ιστορίες του στο σημείο της πολιορκίας της Σηστού. Τα επόμενα 30 χρόνια, οι Έλληνες, κυρίως οι Αθηναίοι και οι συμμάχοι τους, θα εκδιώκουν τους Πέρσες από τη Μακεδόνια, τη Θράκη, το Αιγαίο Πέλαγος και την Ιωνία.[87] Η Ειρήνη του Καλλία υπογράφτηκε το 449 π.Χ, βάζοντας λήξη σε ένα πόλεμο, διαρκείας μισού αιώνα.[87]

Σημασία

Η μάχη των Πλαταιών και η μάχη της Μυκάλης είχαν μεγάλη σημασία στην αρχαία ελληνική ιστορία, καθώς ήταν και οι τελευταίες μάχες της δεύτερης εκστρατείας των Περσών στην Ελλάδα, και επειδή μετά από αυτές τις μάχες, οι Έλληνες πήραν την υπεροχή στους Περσικούς πολέμους.[87] Η μάχη στον Μαραθώνα έδειξε πώς οι Πέρσες μπορούν να ηττηθούν, η ναυμαχία της Σαλαμίνας έσωσε τους Έλληνες από την άμεση καταστροφή, αλλά οι μάχες στις Πλαταιές και στη Μυκάλη είχαν επηρεάσει στο γεγονός του τέλους του πολέμου.[87] Αλλά, οι μάχες αυτές δεν είναι τόσο γνωστές όπως αυτές των Θερμοπυλών, της Σαλαμίνας ή του Μαραθώνα.[88] Η αιτία για αυτή τη διαφορά δεν είναι γνωστή - ίσως η αιτία να αποτελεί οι συνθήκες στις οποίες αναγκάστηκαν να μάχονται οι Έλληνες. Η μάχη των Θερμοπυλών, σύμφωνα με τους ιστορικούς, έδειξε τον ηρωϊσμό των Ελλήνων, ενώ αυτές του Μαραθώνα και της Σαλαμίνας δείχνουν την εξυπνάδα των Ελλήνων στις δεινές στρατηγικές καταστάσεις[89] Αλλά, όσον αφορά τις Πλαταιές και τη Μύκαλη, οι ιστορικοί θεωρούν πώς οι Έλληνες αναζητούσαν τη μάχη και πώς είχαν γίνει πιο δυνατοί, για αυτό και δεν είναι τόσο γνωστές.[23][87]

Στρατηγικά, η σημασία των μαχών στις Πλαταιές και στη Μυκάλη είναι μεγάλη (λόγω του γεγονός ότι έγιναν στη ξηρά), καθώς έδειξαν το πλεονέκτημα του Έλληνα οπλίτη, ο οποίος ήταν ελαφρά οπλισμένος, απέναντι στο βαρύ περσικό πεζικό, κάτι που έδειξε και η μάχη στο Μαραθώνα.[84] Μετά το τέλος των Περσικών πολέμων, η Περσική Αυτοκρατορία άρχισε να προσλαμβάνει Έλληνες μισθοφόρους.[90] Μια τέτοια εκστρατεία μισθοφόρων περιγράφεται στην Κύρου Ανάβασις του Ξενοφών, σύμφωνα με το οποίο οι Πέρσες ήταν ευάλωτοι και πώς αυτό οδήγησε στη καταστροφή τους από τον Μέγα Αλέξανδρο, μερικές δεκαετίες αργότερα[91].

http://el.wikipedia.org

Δεν υπάρχουν σχόλια: